Μεταμόσχευση Κερατοειδούς
Σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας περισσότεροι από 280 εκατομμύρια άνθρωποι ανά την υφήλιο πάσχουν σήμερα από χαμηλή όραση ή τύφλωση και στους δύο οφθαλμούς τους. Η τέταρτη συχνότερη αιτία τύφλωσης παγκοσμίως είναι οι παθήσεις του κερατοειδούς χιτώνα. Στη πλειοψηφία αυτών των παθήσεων η μείωση της όρασης είναι αναστρέψιμη και μπορεί να αποκατασταθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό με την αντικατάσταση του κερατοειδούς μέσω μεταμόσχευσης.
Τι είναι ο κερατοειδής χιτώνας
Ο κερατοειδής χιτώνας είναι ο πρόσθιος διάφανος θόλος του ματιού, με απλά λόγια το μπροστινό «τζάμι» που επιτρέπει την είσοδο του φωτός στον οφθαλμό και διαθλά την εικόνα, ώστε αυτή να σχηματίζεται εστιασμένη στο βυθό του. Ο χιτώνας αυτός, πάχους μισού χιλιοστού, στη διάρκεια της ζωής μπορεί να υποστεί βλάβες από δυστροφίες και εκφυλίσεις, τραύματα και εγκαύματα ή λοιμώξεις και να χάσει την ομαλή, διάφανη φύση του, με αποτέλεσμα την πολύ χαμηλή όραση ακόμη και την τυφλότητα.
Οι παθήσεις του κερατοειδούς που προκαλούν μείωση της όρασης είναι πολλές και ποικίλες. Οι βλάβες στον κερατοειδή χιτώνα που επιφέρουν αλλοίωση του σχήματος του κερατοειδούς (όπως ο κερατόκωνος) ή της διαφάνειας του μέσω θολώσεων (π.χ. σε δυστροφίες, ουλές από μολύνσεις, τραύματα, μετά από ενδοφθάλμια χειρουργεία κ.α.) έχουν ως αποτέλεσμα την πτώση της όρασης, η οποία σε ορισμένες περιπτώσεις φτάνει ως την τύφλωση. Σε αυτές τις προχωρημένες καταστάσεις, όπως και σε περιπτώσεις έντονης λέπτυνσης του κερατοειδούς χιτώνα ή μη αντιμετωπίσιμης με φάρμακα φλεγμονής, η μόνη λύση για την αποκατάσταση της ακεραιότητας του βολβού και τη βελτίωση της όρασης είναι η μεταμόσχευση κερατοειδούς.
Τι είναι η μεταμόσχευση κερατοειδούς
Όπως φανερώνει και ο όρος, μεταμόσχευση είναι η αντικατάσταση ενός παθολογικού κερατοειδούς από έναν καθαρό ο οποίος λαμβάνεται από ένα πτωματικό δότη, αφού προηγουμένως ελεγχθεί η καταλληλότητα του. Σε αντίθεση με ότι ισχύει στα περισσότερα όργανα του σώματος μας και στα λοιπά συμπαγή όργανα που μεταμοσχεύονται (όπως καρδιά, ήπαρ, νεφρά), ο κερατοειδής έχει το πλεονέκτημα να είναι ανάγγειος, να μην έχει δηλαδή αρτηρίες και φλέβες και να τρέφεται αποκλειστικά από τα γειτονικά υγρά που έχει. Αυτό δημιουργεί ένα σημαντικότατο πλεονέκτημα στην περίπτωση μεταμόσχευσης καθώς μπορεί να ληφθεί ακόμα και όταν ο δότης είναι νεκρός. Επίσης ελαττώνει σημαντικά τον κίνδυνο απόρριψης του μοσχεύματος, της αναγνώρισης του με άλλα λόγια ως ξένο σώμα και καταπολέμησης αυτού από τον οργανισμό του λήπτη. Αυτό έχει ως συνέπεια τα ποσοστά οριστικής απόρριψης μοσχεύματος κερατοειδούς να είναι κάτω από 10% με τη χρήση απλώς σταγόνων χωρίς συστηματική ανοσοκαταστολή στην πλειονότητα των περιπτώσεων.
Η μεταμόσχευση κερατοειδούς η αλλιώς κερατοπλαστική μπορεί να αφορά την αντικατάσταση όλου του κερατοειδούς (διαμπερής) ή ενός τμήματος αυτού (μερικού πάχους) ανάλογα με την πάθηση. Τα τελευταία χρόνια έχουν αναπτυχθεί μάλιστα ειδικές τεχνικές οι οποίες επιτρέπουν τη μεταμόσχευση μόνο του ενδοθηλίου, της εσωτερικής δηλαδή στιβάδας και όχι ολόκληρου του κερατοειδούς με θεαματικά αποτελέσματα σε ότι αφορά τα χαμηλά ποσοστά απόρριψης του μοσχεύματος καθώς και τη βελτίωση της όρασης σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα καθώς απαιτούνται ελάχιστα ή και καθόλου ράμματα.